ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΑΤΕ ΣΤΟΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΚΗΠΟ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΚΑΣΙΜΑΤΗ-ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗ
O χρόνος, ο χαζορολογάς, τα ρολόγια μ' όλα έχει χαλάσει. Ένα μόνο ρολόι που χτυπάει τικ-τάκ

είν' η καρδιά μου, που μετράει την αγάπη που πετάει στα όνειρά μου.

ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ

ΑΝΑΜΕΣΑ ΣE ΓΙΓΑΝΤΕΣ ΤΕΝΤΩΣΟΥ, Ω ΨΥΧΗ ΜΟΥ, Ν' ΑΨΗΛΩΣΕΙΣ ΤΡΕΙΣ ΠΟΝΤΟΥΣ,ΚΑΛΟΤΥΧΗ!







Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

Ανοίγω

Ανοίγω

 Ανοίγω τη θλίψη μου
στο παράθυρο του Νότου
να βαφτεί
στη μουντή συννεφιά.
Καταχνιά
στην αυλή των ονείρων.
Άϋλος οδεύω στο έρεβος.
Λογοποιώ τ’ ανείπωτα.
Μα τί, πού, πώς;
Ελένη,
των στεναγμών μου ψυχή,
Ελένη,
των κρίνων
και των κυκλάμινων,
ω, ξένη Ελένη,
που πήγε η φωτιά της χαράς;    
Ανοίγω τα μάτια στο φως
και τυφλώνομαι
κι ο έρωτας δίπλα μου
νεκρός,
όμοιος με το ομοίωμά μου.
Εκπρόθεσμος θάνατος,
ψυχρή στενωπός.
Ανοίγω τη φωνή
προς το άπειρο,
μιλώ προς το  φως.
Στο τέλος συνάντησα
την αρχή του παντός.

ΓΙΩΡΓΗΣ Π. ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗΣ
Από την "ΙΧΝΗ ΠΑΧΝΗΣ"

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

περαστικό βαπόρι



περαστικό βαπόρι

 Έτσι, βαθιά μες στου Σεπτέμβρη
την ωραία μελαγχολία,
έλυσε τα μαλλιά μες στη σιωπή
κι ήρθε η βροχή στην περιφέρεια των ματιών της,
καθώς το πέλαγος κοιτούσε μοναχή.
Ο καπετάνιος της
δεν ήταν πια εκεί.
Είχε πνιγεί κάπου μακριά,
στην Σιγκαπούρη, σε ωκεανό βαθύ.
Κι η κόρη χαιρετούσ' ένα περαστικό βαπόρι
κι όλο ρωτούσε μια γαλάζια αλκυόνη
από  μακριά που είχε ρθει.
Όλο ρωτούσε, μα κανείς δεν απαντούσε.
Γιατί; γιατί; γιατί;

ΓΙΩΡΓΗΣ Π. ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗΣ.
Από την «ΙΧΝΗ ΠΑΧΝΗΣ»