περαστικό βαπόρι
Έτσι, βαθιά μες
στου Σεπτέμβρη
την ωραία
μελαγχολία,
έλυσε τα μαλλιά
μες στη σιωπή
κι ήρθε η βροχή
στην περιφέρεια των ματιών της,
καθώς το πέλαγος
κοιτούσε μοναχή.
Ο καπετάνιος της
δεν ήταν πια εκεί.
Είχε πνιγεί κάπου
μακριά,
στην Σιγκαπούρη,
σε ωκεανό βαθύ.
Κι η κόρη
χαιρετούσ' ένα περαστικό βαπόρι
κι όλο ρωτούσε μια
γαλάζια αλκυόνη
από μακριά που είχε ρθει.
Όλο ρωτούσε, μα
κανείς δεν απαντούσε.
Γιατί; γιατί;
γιατί;
ΓΙΩΡΓΗΣ Π. ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗΣ.
Από την «ΙΧΝΗ
ΠΑΧΝΗΣ»
Θα πάρουμε άραγε ποτέ απάντηση στα τόσα '' γιατί '' του καθενός μας ; Συγκινητικό !!!
ΑπάντησηΔιαγραφή