Μ’ έχει προσβάλει μια ευχαρίστηση τελεία.
Προσμένω τώρα πια την ύστερη αγγελία.
Απέθανεν, θα λέει, εντίμως και νομίμως,
ο κακομοίρης, ο καλός , ο Τίμος.
Μα συναξάρι, ω…ναι…δεν θα μου φκιάξουν.
Ούτε εικόνα μου με δέος θα κοιτάξουν.
Μόνο τα κόκαλα,
καθώς από τις σάρκες θ’ αποκλίνουν,
με οίνο ερυθρό θα μου ξεπλύνουν
και του νοός τον οχετό θενά ‘ποφράξουν.
Με κάτι λέξεις τρυφερές, ψαλτών χορός…
.. μνήμη αιωνία …τόπος χλοερός..
κατάταξον αυτόν και δεύτε τελευταίον…
Ως τυφλοπόντικα, γενναίον αρουραίον.
Αύριο μες στο χώμα θα με χώσουν,
αφού πιο πριν τη διαφυγή θ’ ανακοινώσουν.
Καλώς. Ωραία τούτ’ η αγγελία.
Θα μοιάζει σαν στερνή απαγγελία
ενός μικρού και τιποτένιου ποίματός μου.
Ο θάνατος, θα πουν, ήταν εντός μου
ανέκαθεν. Προς χάριν του, σου λέει, ζούσα
στην ομορφιά μου όλην μέσα και στα λούσα.
Μα τώρα..να…το ολικό μηδέν πηλίκο.
Μια αγγελία. Για των παθών μου την ταφή
θα σας μιλά. Ουά-ουά, στον ύστερό μου οίκο.
Και τ’ όνομά μου στο σταυρό. Στερνή γραφή.
Γιώργης Π. Δρυμωνιάτης
Από την ΠΥΡΗΝΙΚΗ ΠΟΙΗΤΙΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου