Επώαση
Αναγάλλιασα μες στην ευεξία του εφαρμοσμένου ονείρου.
Κι όπως γυμνώθηκα μπρος απ' το υπέργειο σώμα της,
όπως εκσωματώθηκα όλος μπρος απ' το όλβιο φως της,
έγινα ουρανός που ποθούσε κατακλυσμό, κατηδονισμό,
μετέωρος, ουράνιος παλλινδρομιστής, φεγγοδότης Ήλιος,
αείζωος, φυσίζωος σπορέας ανέμων στην ύλη έγινα.
Κι ήμουνα μέσα την ώρα που ήθελε ο χρόνος της. Όλος δόλος.
Ύστερα, φεύγοντας αέρινη κι όμορφη, σαν Σελήνη,
κουβάλαγε κάτι πολύ δικό μου εντός της.
Χμ....το πολυαγαπημένο μου εγώ, συμπιεσμένο
σε λευκό υγρό περιτύλιγμα πύρινης δίψας.
Με επώαζε κουβαλώντας με 'ντός της
η μήτρα μητέρα των πάντων..
Γιώργης Π. Κασιμάτης-Δρυμωνιάτης
Από την ανέκδοτη συλλογή
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΡΟΝΟΜΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΡΜΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου