Αγνή
Σαν άνθη
ιβίσκου τα μάτια της κλείσαν
κι η νύχτα την έκρυψε στης νότιας το χώμα.
Ανθάκια μου εύμορφα, που πάτε; Πού πάτε;
Γιατί μου βιαστήκατε να γίνεται σπόροι;
Και πού θα φυτρώσετε
δίχως σώμα με αίμα;
Και που θα νυχτώσετε ηλιανθοί της αγάπης;
Αχ Άνοιξη,
Άνοιξη, γοργά που ξοδεύεις
ανθούρια κι έρωτες και λάγνες αγκάλες!
Γοργά που ακυρώνεις το μέλι στον ύπερο,
το κάλλος το εύοσμο. Γοργά που περνάς!
Γοργότερος όλων ο
θάνατος έρχεται.
Μικρότατ' η Άνοιξη και λίγο το σύμπαν.
Κι εσύ Παναγιά μου, ομορφιά της ψυχής,
Παρθένα μου μάνα, στην Κοίμηση κλαίω,
μητέρα των πάντων, ωραία νεκρή,
Παναγία του πόνου και της υπομονής,
λύτρωσε την σκέψη μου από τα αίματά της
και μην μ' εγκαταλείψεις μόνο μου στο νου.
Αμήν
γιώργης π. κ-δρυμωνιάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου