Ποτίζει η ομίχλη το άνυδρο χωράφι.
Ο Ήλιος έπαψε να κουβαλάει χαρά.
Μέρες γεμάτες
γκρίζο και μαβί.
Ω, χρόνοι σκοτεινοί! τα μαύρ’ αστέρια
μου κουμαντάρουν τώρα τη νωπή τη συμφορά.
Ποτάμι δεν υπάρχει πια στη χέρσα χώρα.
Τα χελιδόνια λοξοδρόμησαν
κι η άνοιξη διαβαίνει στη σιωπή.
Ώχρα τη θάλασσά μου βάφει.
Ετάφει
των ονείρων η σπουδή
κι ο λόγος πια δεν έχει λόγο.
Βουβή των νυσταγμένων η ψυχή.
Ηχεί μονάχα των κερμάτων η ορφάνια
στη γη που κάποτε στα μάρμαρα εδάνειζε ζωή.
Τα δανεικά..τα δανεικά με θανατώνουν.
Μα πως; Εγώ δεν ήθελα πολλά.
Γιατί δανείστηκα την ψεύτικη χαρά;
Γιατί τυλίχτηκα στο δίχτυ της αράχνης;
Αχ, αίμα που απ’ τα μάτια μου εκχυλίζεις,
συχώρεσέ με που σε πούλησα φτηνά.
Ως η ψυχή διέφυγε από τις τρύπιες φλέβες,
τι ελπίδα να έχω τώρα πια;
Νυστάζω απ’ το πρωί ο φουκαράς.
Στο δίχτυ της αράχνης πιάστηκα γερά.
Ελπίδα, ..αχ, αδίκως πια με διαπερνάς...
Γιώργης Π. Δρυμωνιάτης
Από την " ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΕΣ ΟΝΕΙΡΟΓΡΑΦΙΕΣ"
"Ποτίζει η ομίχλη το άνυδρο χωράφι." !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα λόγια σου με "κόβουν", σαν Ξυράφι..
"Ο Ήλιος έπαψε να κουβαλάει χαρά."
γράφεις, ενώ προσμένω της Ψυχής τον Κλειδαρά..
"Μέρες γεμάτες γκρίζο και μαβί."..
Να πώς, μεθάει το κάθε Τι !!
"Ω, χρόνοι σκοτεινοί! τα μαύρ’ αστέρια
μου κουμαντάρουν τώρα τη νωπή τη συμφορά."
Πεθαίνει όταν Γεννιέται η Στιγμή!..Τα δυο μας χέρια
πώς ν' Αγκαλιάσουν, Φίλε, του Σύμπαντος θωριά;..
"Στο δίχτυ της αράχνης",
την ΛΟΓΙΚΗ μην ψάχνεις..
(και χίλια τα "Ευχαριστώ"
που Ποίηση, κοντά σου, κοινωνώ..)